- Λεσότο
- Κράτος της νότιας Αφρικής. Περικλείεται από τη Νοτιοαφρικανική Δημοκρατία.Το Λ. βρίσκεται στο υψηλότερο ορεινό σημείο της νότιας Αφρικής· βρετανικό προτεκτοράτο έως τις 4 Οκτωβρίου 1966 με την ονομασία Mπασουτολάνδη, η χώρα αυτή οφείλει την εθνική της υπόσταση στις φυλές των Mπασότο, που μέχρι σήμερα αποτελούν τον εθνολογικό κορμό του Λ.Η χώρα είναι διαιρεμένη σε 10 διοικητικά διαμερίσματα (σε παρένθεση ο πληθυσμός του 2001, σύμφωνα με εκτιμήσεις): Kουιτίνγκ (140.641 κάτ.), Kουάτσας Nεκ (80.323 κάτ.), Λερίμπε (362.339 κάτ.), Mασερού (477.599 κάτ.), Mάφετενγκ (238.946 κάτ.), Mοκοτλόνγκ (89.705 κάτ.), Mοχάλες Xουκ (206.842 κάτ.), Mπερέα (300.557 κάτ.), Mπούτα-Mπούτε (126.907 κάτ.), Tάμπα Tσέκα (133.680 κάτ.).Επίσημες γλώσσες είναι η αγγλική και η σεσότο. Ο πληθυσμός αποτελείται κατά 99,7% από εκπροσώπους της φυλής Μπασότο, ενώ υπάρχουν και λιγοστοί Ευρωπαίοι. Σύμφωνα με το σύνταγμα του 1993, το Λ. είναι κληρονομική μοναρχία. Ο βασιλιάς είναι αρχηγός του κράτους αλλά δεν έχει εκτελεστικές εξουσίες. Η νομοθετική εξουσία ανήκει στην εθνοσυνέλευση, που έχει 120 μέλη τα οποία εκλέγονται για μία πενταετία, και στη Γερουσία, που έχει 33 μέλη (22 αρχηγοί φυλών και άλλα 11 άτομα που ορίζονται από το πρώτο κόμμα). Βασιλιάς είναι από το 1996 ο Λετσιέ Γ', που αντικατέστησε τον Μοσεσόε Β', ο οποίος πέθανε εκείνη τη χρονιά.Στο βασίλειο υπάρχει πολυκομματισμός. Ο αρχηγός του πρώτου σε ψήφους κόμματος χρίζεται αυτομάτως πρωθυπουργός. Ο βασιλιάς θεωρείται σύμβολο της ενότητας του έθνους και δεν έχει ουσιαστική νομοθετική ή εκτελεστική εξουσία. Υπάρχει επίσης το Σώμα των Αρχηγών των διαφόρων φυλών οι οποίοι αποφασίζουν ποιος θα είναι ο επόμενος μονάρχης, ενώ αν ο διάδοχος δεν είναι ενήλικος, αναλαμβάνουν οι ίδιοι τα καθήκοντά του.
Πρωθυπουργός της χώρας είναι από το 1998 ο Πασκαλίτα Μοσισίλι.Όπως συμβαίνει στα άλλα αφρικανικά κράτη, έτσι και στο Λ., παράλληλα με την κοινή σε όλους δικαιοσύνη, εφαρμόζεται και το εθιμικό δίκαιο των εκάστοτε φυλών, με αρμοδιότητες σε αστικά και ποινικά θέματα. Τα περιφερειακά δικαστήρια οφείλουν να συμμορφώνονται με τις αποφάσεις του ανώτατου δικαστηρίου, οι οποίες εφεσιβάλλονται στο εφετείο της Mασερού, που είναι η ανώτατη δικαστική αρχή της χώρας.Το 80% των κατοίκων είναι χριστιανοί, ισχυρές όμως παραμένουν και οι ανιμιστικές λατρείες (20%).Η βασική εκπαίδευση διαρκεί 7 χρόνια, είναι υποχρεωτική και παρέχεται δωρεάν. Τα περισσότερα σχολεία λειτουργούν υπό την αιγίδα ιεραποστολών. Η μέση εκπαίδευση χωρίζεται σε δύο κύκλους: ο πρώτος είναι τριετής και ο δεύτερος (που αντιστοιχεί στο δικό μας λύκειο) πενταετής. Οι μαθητές που επιθυμούν να εγγραφούν στο πανεπιστήμιο πρέπει να συμπληρώσουν άλλα δύο χρόνια σπουδών. Το Εθνικό Πανεπιστήμιο του Λ. ιδρύθηκε το 1975, μετά την εθνικοποίηση του πανεπιστημίου που είχαν ιδρύσει το 1964 από κοινού τα κράτη Μποτσουάνα, Λ. και Σουαζιλάνδη. Το 1995 ιδρύθηκε το Αγροτικό Πανεπιστήμιο στη Μασερού. Οι δαπάνες για την εκπαίδευση απορροφούν περίπου το 11% του κρατικού προϋπολογισμού. Ο αναλφαβητισμός ανέρχεται στο 17% (1999).Η αμυντική δύναμη του Λ. περιλαμβάνει στρατό ξηράς και αεροπορία.Σε κάθε γιατρό αντιστοιχούν 28.446 κάτοικοι, ενώ η βρεφική θνησιμότητα στη χώρα είναι γύρω στο 0,82%.Η περιοχή του Λ. αντιστοιχεί στο υψηλότερο τμήμα της νότιας Αφρικής. Πρόκειται για υψίπεδα που αναπτύσσονται σύμφωνα με συγκεκριμένες ορεογραφικές ευθυγραμμίσεις οι οποίες δομικά αντιπροσωπεύουν το ανυψωμένο κράσπεδο της νότιας ηπειρωτικής μάζας. Ιδιαίτερα το έδαφος έχει τις κορυφές του στα Όρη των Δρακόντων (Nτράκενσμπεργκ), που κρασπεδώνουν τη χώρα στα Α και τα ψηλότερα σημεία των οποίων δεσπόζουν στο λεγόμενο ηπειρωτικό «μεγάλο αντέρεισμα». Στα Δ των Ορέων των Δρακόντων και παράλληλα με αυτά βρίσκονται τα όρη Mαλούτι και η νότια προέκτασή τους, τα Tάμπα Πουτσόα. Ανάμεσα στα ορεινά αυτά συστήματα εκτείνονται οι κοιλάδες που εισχωρούν στη μεγάλη υδρογραφική λεκάνη του Οράγγη, που κατευθύνεται προς τα Ν, αλλά διακόπτεται από την Κεντρική Οροσειρά, που είναι εγκάρσια διατεταγμένη. Στο ορεινό αυτό τμήμα της χώρας αντιστοιχεί, στη δυτική πλευρά, ένα σχεδόν πεδινό και λιγότερο ψηλό τμήμα (μεταξύ 1.500 και 1.800 μ.), το οποίο αποτελεί ένα μέρος των εκτεταμένων εσωτερικών υψιπέδων που διασχίζουν μεγάλο μέρος της νότιας Αφρικής.Το υψόμετρο επηρεάζει όχι μόνο τις βροχοπτώσεις, αλλά και τη θερμοκρασία, που αγγίζει τον χειμώνα (νότιος χειμώνας) πολύ χαμηλές τιμές, συχνά υπό το μηδέν στις υψηλότερες περιοχές. Το χιόνι δεν είναι σπάνιο (μεταξύ 2.500 και 3.200 μ.), ενώ οι παγετώνες της τεταρτογενούς περιόδου έχουν αφήσει τα ίχνη τους σε πολλές περιοχές. Το έδαφος καλύπτεται κυρίως από ορεινούς λειμώνες· στην ανατολική πλευρά, στα Όρη των Δρακόντων, βρίσκονται τμήματα εύκρατου ορεινού δάσους· στο δυτικό τμήμα, λιγότερο ψηλό και με σπανιότερες βροχοπτώσεις, υπάρχει ένας πιο φτωχός λειμώνας με τα πρώτα σημάδια στέπας και ξηρόφιλης βλάστησης.Το έδαφος αποστραγγίζεται στον Ατλαντικό ωκεανό μέσω του Οράγγη και των πολυάριθμων παραποτάμων του. Ο Οράγγης πηγάζει από το Mοντ-ο-Σουρς, ρέει αρχικά προς τα Ν ανάμεσα στην Κεντρική Οροσειρά και στον ορεινό όγκο του Tαμπάνα Nτλενιάνα και στη συνέχεια στρέφεται προς τα ΝΔ, για να εισέλθει στο νοτιοαφρικανικό έδαφος. Οι πρώτες φυλές που κατοίκησαν την ορεινή αυτή χώρα ήταν οι Βουσμάνοι και οι Oτεντότοι, που παρέμειναν εκεί έως την άφιξη των φυλών Mπαντού. Οι Mπαντού εγκαταστάθηκαν στις αρχές του 17ου αι. στην περιοχή του Οράγγη· από αυτούς, οι Mπασότο αναμείχθηκαν με τους Βουσμάνους και από τη διασταύρωση αυτή προήλθαν, όπως και σε άλλες περιοχές της Αφρικής, οι Mπαντού του νότου, που διαφέρουν από τον υπόλοιπο πληθυσμό. Στις αρχές του 19ου αι. οι Mπασότο, μετά από επιδρομές των Ζουλού, διασκορπίστηκαν. Την ίδια όμως εποχή (1823), ο αρχηγός μιας από τις φυλές των Mπασότο κατόρθωσε να σταθεροποιήσει τη θέση του σε αυτή την περιοχή και έθεσε τις βάσεις για τη δημιουργία του σημερινού βασιλείου. Η χώρα είναι ιδιαίτερα πυκνοκατοικημένη. Ο πληθυσμός, που το 1875 είχε εκτιμηθεί σε 128.000 κατοίκους, έφτασε το 1976 τους 1.213.960 και το 1989 περίπου τους 1.700.000. Το 2001 ανήλθε (σύμφωνα με εκτιμήσεις) σε 2.157.539, με μέση πυκνότητα περίπου 71 κάτ. ανά τ. χλμ. Η μεγάλη αυτή δημογραφική αύξηση σημειώθηκε μετά τον Β’ Παγκόσμιο πόλεμο. Ο ρυθμός ετήσια αύξησης του πληθυσμού είναι 1,33% (2002). Σημαντικότερο αστικό κέντρο της χώρας είναι η πρωτεύουσα Μασερού (477.599 κάτ.). Πάνω από 10.000 κατοίκους έχουν οι πόλεις Μαπουτσού (20.000 κάτ.), Τεγιατεγιανένγκ (14.300 κάτ.) και Μαφετένγκ (12.700 κάτ.).Το Λ. είναι ένα από τα φτωχότερα κράτη του κόσμου και η οικονομία του στηρίζεται αποκλειστικά στις καλλιέργειες για την εσωτερική κατανάλωση, η ανάπτυξή τους όμως παρεμποδίζεται από ένα αρχαϊκό σύστημα κατανομής της γης. Παρά την κατάρτιση αναπτυξιακών προγραμμάτων, η οικονομία είναι πολύ ασταθής, λόγω της έλλειψης φυσικών πόρων. Ελλειμματικό είναι και το εμπορικό ισοζύγιο.
Η οικονομία της χώρας εξαρτάται σημαντικά από τη Νοτιοαφρικανική Δημοκρατία. Βασική πηγή εσόδων είναι τα διαμάντια. Το 2001, το ΑΕΠ ανήλθε σε 5.300 εκατ. δολάρια και το κατά κεφαλήν εισόδημα σε 2.450 δολάρια, ο πληθωρισμός στο 6,9% και η ανεργία στο 45%. Πολλοί από τους κατοίκους της χώρας απασχολούνται στη Νοτιοαφρικανική Δημοκρατία (υπολογίζεται ότι το 35% του ενεργού πληθυσμού εργάζεται στη χώρα αυτή).Η γεωργία, που η παραγωγή της στρέφεται σχεδόν αποκλειστικά στην εσωτερική κατανάλωση, συνίσταται σε καλλιέργειες όπως το καλαμπόκι, το σιτάρι και το σόργο, καθώς και στα λαχανικά και σε άλλα κηπευτικά. Οι καλλιεργήσιμες εκτάσεις καλύπτουν μόνο το 10,5% της συνολικής επιφάνειας της χώρας. Στον τομέα της γεωργίας απασχολείται το 86% του εργατικού δυναμικού.Το 67% του εδάφους είναι βοσκότοποι και λιβάδια· έτσι, η κτηνοτροφία αποτελεί την πλέον προσοδοφόρα οικονομική δραστηριότητα στη χώρα και με τα προϊόντα της συμβάλλει στις εξαγωγές. Το ζωικό κεφάλαιο αποτελείται κυρίως από πρόβατα (730.000) και αιγοειδή (570.000).Η βρετανική αποικιακή κυριαρχία. Πρώτοι κάτοικοι της περιοχής ήταν οι Βουσμάνοι. Οι Μπασότο εμφανίστηκαν αργότερα· δεν είναι γνωστή η ακριβής χρονολογία της εγκατάστασής τους στο Λ., θεωρείται όμως σχεδόν βέβαιο ότι τον 18ο αι. ήταν ήδη εγκατεστημένοι εκεί. Τόσο οι Mπασότο όσο και οι φυλές Tσουάνα υπέστησαν προς τα τέλη του 18ου αι. τις φοβερές επιδρομές των Ζουλού.
Το 1818, ένας από τους κατώτερους αρχηγούς των Μπασότο, ο Μοσεσόε Α’, κατόρθωσε να συγκεντρώσει γύρω του τους αρχηγούς και τις φυλές τους, που είχαν διασκορπιστεί για να γλιτώσουν από τους επιδρομείς, και δημιούργησε ένα είδος ομοσπονδίας. Στα μέσα του 19ου αι., και για να αποφύγει πιθανή εισβολή των Μπόερς, ζήτησε την προστασία της αγγλικής κυβέρνησης, έπειτα από παρότρυνση των Γάλλων καθολικών ιεραποστόλων. Μετά από αυτό, το Λ. μεταβλήθηκε σε προτεκτοράτο του βρετανικού Στέμματος (1868) και τρία χρόνια αργότερα, για οικονομικούς λόγους, του παραχωρήθηκε το δικαίωμα της διοικητικής αυτονομίας· το δικαίωμα αυτό του αφαιρέθηκε το 1884 και από τότε έμεινε προσδεδεμένο στο άρμα της Μεγάλης Βρετανίας. Η βρετανική κυβέρνηση θεωρούσε ότι κάποια στιγμή η Νότια Αφρική θα απορροφούσε το Λ., όπως άλλωστε προέβλεπε η Πράξη (νόμος) Ένωσης της Νότιας Αφρικής, που υπογράφηκε το 1910. Οι αρχηγοί των φυλών ωστόσο συνέχισαν να μην αποδέχονται την πράξη αυτή, ειδικά μετά την επίσημη εφαρμογή του απαρτχάιντ στη Νότια Αφρική, το 1948.
Η δημιουργία του πρώτου επίσημου κόμματος, του Κοινοβουλευτικού Κόμματος της Μπασουτολάνδης (BCP), το 1952, σηματοδότησε την απαρχή μιας νέας πολιτικής εποχής για τη χώρα. Παρά τις αντιρρήσεις της κυβέρνησης της Νότιας Αφρικής, οι Άγγλοι ενθάρρυναν τη θέσπιση συντάγματος και τη διενέργεια ελεύθερων εκλογών, που πραγματοποιήθηκαν το 1960 και στις οποίες την πλειοψηφία απέσπασε το Εθνικό Κόμμα (BNP). Η Μπασουτολάνδη έγινε ανεξάρτητο κράτος και μετονομάστηκε σε Λ. στις 4 Οκτωβρίου 1966. Αμέσως μετά την ανεξαρτησία προέκυψαν σοβαρά προβλήματα ανάμεσα στον πρωθυπουργό Λεάμπουα Tζόναθαν και στον Mοτλοτλέχι (βασιλιά) Mοσεσόε Β’, σχετικά με τις δικαιοδοσίες του τελευταίου.
Η περίοδος της ανεξαρτησίας και η διαμάχη με τη Νότια Αφρική. Μετά τα αποτελέσματα των πρώτων ελεύθερων εκλογών του 1970 και την ήττα του Εθνικού Κόμματος, ο Tζόναθαν ανέστειλε το σύνταγμα, συνέλαβε τον αρχηγό της αντιπολίτευσης και άλλα μέλη του κοινοβουλίου και κήρυξε το κράτος σε κατάσταση πολιορκίας. Από τον Ιανουάριο του 1970 η χώρα πέρασε ουσιαστικά στον προσωπικό έλεγχο του πρωθυπουργού, φύλαρχου Tζόναθαν. Μία προσωρινή εθνοσυνέλευση από 93 μέλη, που περιλάμβανε την πρώην Γερουσία, κυρίως φύλαρχους και 60 διορισμένα μέλη, εγκαινιάστηκε το 1973. Ύστερα από ένα αποτυχημένο πραξικόπημα το 1974, ο φύλαρχος Tζόναθαν επέβαλε αυστηρούς νόμους στο θέμα της ασφάλειας. Ο Nτσου Mοχέλε και άλλα μέλη του Κόμματος του Κογκρέσου αυτοεξορίστηκαν.
Μολονότι το Λ. είχε οικονομική εξάρτηση από τη Νότια Αφρική και η επίσημη πολιτική της κυβέρνησης στη δεκαετία του 1970 ήταν ο διάλογος με το καθεστώς της, ο Tζόναθαν επέκρινε επανειλημμένως το ρατσιστικό καθεστώς της γείτονος χώρας και υποστήριξε το Εθνικό Αφρικανικό Κογκρέσο. Το 1982, νοτιοαφρικανικές δυνάμεις εξαπέλυσαν επίθεση στις κατοικίες στελεχών του Εθνικού Αφρικανικού Κογκρέσου στη Mασερού, την πρωτεύουσα του Λ., και δολοφόνησαν 40 άτομα. Το 1983, η κυβέρνηση της Νότιας Αφρικής έστειλε τελεσίγραφο στο Λ., ζητώντας την απέλαση 3.000 Νοτιοαφρικανών προσφυγών, γιατί αλλιώς θα επέβαλε οικονομικές κυρώσεις. Το αποτέλεσμα ήταν να εγκαταλείψουν οι πρόσφυγες το Λ.
Το 1983 προκηρύχθηκαν εκλογές, αλλά τα κόμματα της αντιπολίτευσης αρνήθηκαν να μετάσχουν και έτσι οι υποψήφιοι του Εθνικού Κόμματος, δηλαδή του κόμματος του Tζόναθαν, επανεξελέγησαν, καθώς δεν είχαν αντίπαλο. Η άρνηση του Λ. να υπογράψει τη συνθήκη μη επίθεσης με τη Νότια Αφρική προκάλεσε τα αντίποινα του νοτιοαφρικανικού καθεστώτος. Τον Δεκέμβριο του 1985, ομάδες καταδρομέων δολοφόνησαν μέσα στη Mασερού εννέα άτομα, ανάμεσά τους και στελέχη του Εθνικού Αφρικανικού Κογκρέσου. Την 1η Ιανουαρίου του 1986 η κυβέρνηση της Νότιας Αφρικής έκλεισε τα σύνορά της με το Λ. και στις 20 Ιανουαρίου η κυβέρνηση του Tζόναθαν ανατράπηκε μετά από αναίμακτο πραξικόπημα που το κατηύθυνε ο ταξίαρχος Tζάστιν Λεχάνια, αρχηγός των ενόπλων δυνάμεων. Την εξουσία ανέλαβε στρατιωτικό συμβούλιο με επικεφαλής τον Λεχάνια και οι νομοθετικές εξουσίες παραχωρήθηκαν, τυπικά τουλάχιστον, στον βασιλιά Mοσεσόε. Μία εβδομάδα μετά το πραξικόπημα, εξήντα στελέχη του Εθνικού Αφρικανικού Κογκρέσου απελάθηκαν από το Λ. και η Νότια Αφρική τερμάτισε τον αποκλεισμό της την ίδια ημέρα. Ο Tζόναθαν τέθηκε σε κατ’ οίκον περιορισμό και αργότερα πέθανε.
Μολονότι η κυβέρνηση της Νότιας Αφρικής αρνήθηκε οποιαδήποτε ανάμειξη στο πραξικόπημα, το νέο καθεστώς αποδείχθηκε αρκετά φιλικό προς τη γειτονική χώρα. Το 1986, οι δύο κυβερνήσεις συμφώνησαν να μη χρησιμοποιήσουν το έδαφός τους για επιθέσεις και η κυβέρνηση του Λ. απέφυγε να υποστηρίξει την επιβολή κυρώσεων κατά της ρατσιστικής –τότε– κυβέρνησης της Νότιας Αφρικής. Τον ίδιο χρόνο και άλλοι Νοτιοαφρικανοί πρόσφυγες εκδιώχθηκαν από το Λ.
Το 1990 ξέσπασε διαμάχη για την εξουσία, ανάμεσα στον Λεχάνια και στον βασιλιά Mοσεσόε. Η άρνηση του βασιλιά να εγκρίνει νέους διορισμούς στο στρατιωτικό συμβούλιο ώθησε τον Λεχάνια να αναστείλει τις εξουσίες του βασιλιά και λίγο αργότερα το στρατιωτικό συμβούλιο ανέλαβε όλες τις εξουσίες του, με αποτέλεσμα ο βασιλιάς να αυτοεξοριστεί στη Μεγάλη Βρετανία. Μετά από εκκλήσεις για την επιστροφή του, εκείνος έθεσε ως όρο τον τερματισμό της στρατιωτικής διακυβέρνησης και την εγκαθίδρυση προσωρινής κυβέρνησης. Ο Λεχάνια αντέδρασε εκθρονίζοντας τον βασιλιά και δύο ημέρες αργότερα οι 22 σημαντικότεροι φύλαρχοι του Λ. εξέλεξαν τον μεγαλύτερο γιο του Mοσεσόε ως βασιλιά με το όνομα Λετσιέ Γ’, ο οποίος δεσμεύτηκε να μην αναμειχθεί στην πολιτική ζωή της χώρας.
Τον Απρίλιο του 1990 ο Λεχάνια ανατράπηκε από πραξικόπημα στρατιωτικών και στις ταραχές που ακολούθησαν δεκάδες άτομα δολοφονήθηκαν και πολλά ακόμα συνελήφθησαν. Τον Μάιο του 1992 το Λ. και η Νοτιοαφρικανική Δημοκρατία συμφώνησαν να αποκαταστήσουν τις διπλωματικές τους σχέσεις, ενώ η Διεθνής Αμνηστία ζητούσε από τις αρχές του Λ. να γίνουν σεβαστά τα ανθρώπινα δικαιώματα. Μετά από συνομιλίες ανάμεσα στο στρατιωτικό συμβούλιο του Λ. και στον πρώην βασιλιά, ο Mοσεσόε επέστρεψε στο Λ. Τον Μάρτιο του 1993 έγιναν βουλευτικές εκλογές και το Κόμμα του Κογκρέσου κατέλαβε όλες τις έδρες της εθνοσυνέλευσης, λαμβάνοντας το 54% των ψήφων. Πρωθυπουργός έγινε ο Ντσου Μοχέλε.
Στο τέλος του 1993 ξέσπασε ανταρσία στον στρατό, με αφορμή τις διεκδικήσεις των στρατιωτικών για αυξήσεις στους μισθούς τους. Έγιναν συγκρούσεις ανάμεσα στους στασιαστές και στις δυνάμεις που παρέμεναν πιστές στην κυβέρνηση και, μετά από μεσολάβηση των γειτονικών αφρικανικών χωρών και της Βρετανικής Κοινοπολιτείας, επιτεύχθηκε ανακωχή ανάμεσα στις αντίπαλες μονάδες του στρατού. Στις αρχές του 1994 σημειώθηκαν νέες ταραχές στο στράτευμα, όταν ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Σελομέτσι Mπαχόλο σκοτώθηκε κατά τη διάρκεια απόπειρας απαγωγής του από στρατιωτικούς. Στο διάστημα αυτό πραγματοποιήθηκαν πολλές απαγωγές ή απόπειρες απαγωγής υπουργών, για να ικανοποιηθούν τα αιτήματα των στρατιωτικών ή των υπαλλήλων του Δημοσίου.
Τον Αύγουστο του 1994, υποστηρικτές του Λεχάνια έκαναν διαδήλωση στη Mασερού, ζητώντας την παραίτηση της κυβέρνησης και την αποκατάσταση του πρώην βασιλιά. Ο βασιλιάς Λετσιέ απηύθυνε διάγγελμα από το ραδιόφωνο, αναγγέλλοντας ότι είχε διαλύσει τη βουλή και την κυβέρνηση, επικαλούμενος τη λαϊκή δυσαρέσκεια εναντίον της και κατηγορώντας τον Mοχέλε για προδοσία. Μετά το διάγγελμα του βασιλιά, διαδηλωτές συγκεντρώθηκαν για να εκφράσουν την υποστήριξή τους στην κυβέρνηση, αλλά μονάδες που είχαν υποστηρίξει το βασιλικό πραξικόπημα συγκρούστηκαν μαζί τους, με αποτέλεσμα να υπάρξουν νεκροί. Ένας δικηγόρος, γνωστός υποστηρικτής των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ο Xάε Φουφόλο, ορίστηκε πρόεδρος της προσωρινής κυβέρνησης, αλλά η κατάργηση της συνταγματικής κυβέρνησης καταδικάστηκε ευρύτατα από τις γειτονικές αφρικανικές χώρες. Οι πρόεδροι Mασίρε της Mποτσουάνα, Νέλσον Μαντέλα της Νοτιοαφρικανικής Δημοκρατίας και Ρόμπερτ Mουγκάμπε της Ζιμπάμπουε μεσολάβησαν για να βρεθεί λύση, ενώ ορισμένες χώρες απείλησαν με οικονομικές κυρώσεις. Ο βασιλιάς Λετσιέ και ο Mοχέλε έλαβαν μέρος στις διαπραγματεύσεις, όπου συμφωνήθηκε καταρχήν να αποκατασταθεί ο Mοσεσόε στον θρόνο.
Τον Σεπτέμβριο του 1994 ο Λετσιέ και ο Mοχέλε υπέγραψαν συμφωνία, με την οποία γινόταν η αποκατάσταση του Mοσεσόε, επανέρχονταν τα εκλεγμένα κυβερνητικά όργανα, παρεχόταν αμνηστία σε όσους είχαν αναμειχθεί στο βασιλικό πραξικόπημα και εξασφαλιζόταν η ουδετερότητα των ενόπλων δυνάμεων. Τον Ιανουάριο του 1995 ο Mοσεσόε αποκαταστάθηκε στον θρόνο του, μετά την εθελούσια παραίτηση του Λετσιέ, ο οποίος θα τον διαδεχόταν μετά τον θάνατό του. Έναν χρόνο αργότερα, στις 15 Ιανουαρίου 1996, ο βασιλιάς Mοσεσόε Β’ βρήκε τραγικό θάνατο στα βουνά του Λ. και τον διαδέχθηκε, επίσημα πλέον, ο Λετσιέ Γ'.
Η πολιτική αστάθεια συνεχίστηκε σε όλη τη διάρκεια της δεκαετίας του 1990. Το 1997 ο Μοχέλε, που αντιμετώπιζε μία διαρκή αμφισβήτηση μέσα στο κόμμα του, αποφάσισε να ιδρύσει νέο κόμμα, το Δημοκρατικό Κογκρέσο του Λ. (LCD), όπου συμμετείχαν πρώην μέλη του BCP. Τον Μάιο του 1998, στις εκλογές, το LCD αναδείχθηκε πρώτο κόμμα, παρά τις αντιδράσεις της αντιπολίτευσης, που κατήγγειλε νοθεία στην εκλογική διαδικασία. Πρωθυπουργός έγινε ο Πακαλίτα Μοσισίλι, ενώ οι διαμαρτυρίες για το αποτέλεσμα των εκλογών κλιμακώθηκαν, με αποτέλεσμα τον Σεπτέμβριο του ίδιου χρόνου να κληθούν για να επιβάλουν την τάξη στρατιωτικές δυνάμεις από τη Νοτιοαφρικανική Δημοκρατία και την Μποτσουάνα.
Στις εκλογές του 2002 πρώτο κόμμα αναδείχθηκε το LCD και πρωθυπουργός, για μία ακόμα φορά, ο Μοσισίλι.
Φωτογραφία της οροσειράς Ντράκενσμπεργκ (Όρη των Δρακόντων) στο Λεσότο, από δορυφόρο της ΝΑΣΑ, τον Απρίλιο του 1993 (φωτ. NASA, earth.jsc.nasa.gov).
Πολεμιστές της φυλής Μπασότο φορώντας τις παραδοσιακές στολές τους συμμετέχουν στις εορταστικές εκδηλώσεις για τον γάμο του βασιλιά Λετσιέ Γ’ του Λεσότο (φωτ. ΑΠΕ).
Επίσημη ονομασία: Βασίλειο του Λεσότο Παλαιότερη ονομασία: Μπασουτολάνδη Έκταση: 30.355 τ. χλμ. Πληθυσμός: 2.157.539 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Μασερού (173.700 κάτ. το 2001)
Ο πληθυσμός του Λεσότο είναι συγκεντρωμένος σε μικρά χωριά.
Το Λεσότο, χώρα ορεινή, αποτελεί το ψηλότερο τμήμα της νότιας Αφρικής.
Φράγμα στο Λεσότο, στο οποίο η μεταφορά του νερού γίνεται μέσω υπογείων τούνελ (φωτ. ΑΠΕ).
Γενική άποψη της Μασερού· σε πρώτο πλάνο, ο ποταμός Κάλεντον, που αποτελεί το φυσικό σύνορο με τη Νοτιοαφρικανική Δημοκρατία.
Χαρτονόμισμα των 10 μαλότι, που εκδόθηκε το 2000.
Ο βασιλιάς του Λεσότο ΛετσιέΓ’ (φωτ. ΑΠΕ).
Ιστορική φωτογραφία από τον Μάιο του 1992 κατά τη διάρκεια της επανόδου του βασιλιά Μοσεσόε Β’ (φωτ. ΑΠΕ).
Dictionary of Greek. 2013.